Θαμμένες Μνήμες
Της Έλενας Πίνη
Είναι μεγάλη
μου χαρά να βρίσκομαι εδώ σ’ αυτή τη
θέση, δίπλα στην αγαπημένη φίλη Μαρία
Χονδρού για να μιλήσω γι’ αυτή τη νέα
της συγγραφική προσπάθεια.
Οι «Θαμμένες
Μνήμες» ήταν μια υπέροχη έκπληξη για
μένα και είμαι σίγουρη πως θα σας εκπλήξει
ευχάριστα κ εσάς! Είναι ένα ξεχωριστό
βιβλίο, που επάξια μπορεί να διεκδικήσει
θέση ανάμεσα σε γνωστά μυθιστορήματα-θρίλερ.
Η Μαρία ως φύση
ήρεμη, ευαίσθητη και ντροπαλή, μου είχε
εκμυστηρευτεί λίγα πράγματα για την
ιστορία του βιβλίου με τη συστολή που
πάντα την διακρίνει. Φαινόταν όμως στα
μάτια της ότι πίστευε πολύ αυτό που
έγραφε και αγωνιούσε αν η ατμόσφαιρα
και τα αισθήματα που ήθελε να περάσει,
έβγαιναν στις λέξεις που έβαζε στη
σειρά. Η απάντηση μου στις αμφιβολίες
που είχε, είναι πως η Μαρία κατάφερε να
κεντήσει με τις λέξεις τις ζωές της
Άννας και της Αρετής, των δυο πρωταγωνιστριών
του βιβλίου.
Μνήμες θαμμένες,
υπόγεια μυστικά, ξεθωριασμένες εικόνες
αποτελούν τον καμβά των ζωών της Άννας
και της Αρετής, θείας και ανιψιάς. Μα
αυτά τα κορίτσια είναι απλά συγγενείς;
Έχουν συναντηθεί ξανά στο παρελθόν;
Κουβαλούν κάποιο βαθύτερο τραύμα;
Δεν μπορώ να
σας αποκαλύψω πολλά, για να μην χαλάσω
το παζλ το οποίο στήνει η Μαρία Χονδρού,
με εξαιρετική μαεστρία στο χωροχρόνο
και στα πρόσωπα των κοριτσιών που
εμφανίζονται στην ιστορία. Άννα, Αρετή,
Δάφνη, γιαγιά Αρετή, Φωτεινή, Ελισάβετ,
Στέλλα. Είναι όλες αυτόνομα πρόσωπα, ή
μήπως κάποιες ανταλλάσουν προσωπεία
και ζωές;
Σε κάποιο
σημείο η Μαρία αρχίζει να τροφοδοτεί
την αγωνία μας, γράφοντας:
Όσο συνεχίζω
να γράφω, τόσο πιο έντονα γυρίζω στο
παρελθόν. Λες και τα ζω για δεύτερη φορά.
Τα συναισθήματα γυρίζουν, ανάμεικτα
και με πλακώνουν. Και αυτή η δεύτερη
φορά είναι πιο καθαρή. Βλέπω πιο διάφανα
τα πράγματα, αγγίζω τις λεπτομέρειες
και τις κατανοώ. Γιατί γνωρίζω πια. Γιατί
ξέρω γιατί. Τρομάζω πάλι, ίσως αν είχα
πάρει άλλη απόφαση, τα πράγματα να ήταν
διαφορετικά. Αλλά τώρα που το ξανασκέφτομαι,
όχι δε θα μπορούσαν να είναι.
Η ζωή έχει
τον τρόπο της να στα γυρνάει. Και η
αλήθεια θα φανερωνόταν ούτως ή άλλως.
Ίσως να έπαιρνε παραπάνω χρόνο, το
μονοπάτι να ήταν διαφορετικό… Ο
προορισμός όμως… δεν αλλάζει. Γιατί
εκεί καταλήγουν όλα τα ψέματα. Αυτά που
γνωρίζουμε και αυτά που νομίζουμε ότι
δεν θα μάθουμε ποτέ. Στον προορισμό
τους. Στην αλήθεια.
Και θα αναρωτιέστε
τι ρόλο παίζουν σε αυτή την ιστορία οι
ανδρικές μορφές;
Θα έλεγα πως
ο Κωστής και τα αγόρια, που συμπληρώνουν
την οικογένεια, απλά παρακολουθούν σαν
θεατές τα ανεξήγητα γεγονότα που
εκτυλίσσονται μέσα στο σπίτι τους και
κλυδωνίζουν τις ήρεμες ζωές τους. Ο
Κωστής νιώθει αδύναμος να προστατέψει
τα πρόσωπα που αγαπάει πιο πολύ στον
κόσμο. Αρχικά, εθελοτυφλεί μπροστά στα
πρώτα σημάδια της υπόγειας απειλής.
Αλλά στη συνέχεια, προσπαθεί να σκάψει
το παρελθόν για να βρει την αλήθεια και
δείχνει έτοιμος να πάρει το νόμο στα
χέρια του, αν χρειαστεί.
Μα ποιος να
αντισταθεί στο μαύρο πέπλο που έρχεται
από το παρελθόν;
Ένας περίεργος
μαυροφορεμένος άνδρας με καλυμμένο το
πρόσωπό του, που λειτουργεί σαν σκιά,
έρχεται και φεύγει. Παρακολουθεί τις
ζωές τους. Παραμονεύει. Σαν τον θάνατο
παγερός. Οδηγεί την Άννα και την Αρετή
σε μονοπάτια κρυφά, σκοτεινά, που μυρίζουν
ναφθαλίνη, αλκοόλ και σαπίλα. Ο φόβος
καλύπτει τις ζωές τους.
Η Άννα περιγράφει
τρομοκρατημένη τη συνάντησή της μ’
αυτόν τον σκληρό άντρα:
Τα βλέμματά
μας συναντήθηκαν. Τον είδα και με είδε.
Είδα τον θυμό του, το μίσος του να με
κατασπαράζει ολόκληρη. Έμπηξα τα νύχια
μου με μανία στη κάσα της πόρτας και
ανατρίχιασα. Τον φοβόμουν. Το ήξερε. Λες
και μπορούσε να με μυρίσει. Με μοναδικό
ήχο τις αναπνοές μας άρχισε να με
πλησιάζει με αργά βήματα. Ντυμένος στα
μαύρα, με κουκούλα στο κεφάλι του τον
είδα να χαμογελάει ειρωνικά. Ευχαριστιότανε
την κάθε στιγμή. Τη ρούφαγε και
ξαναγεννιόταν. Και όσο πλησίαζε, ακίνητη
στεκόμουν, άρχισα να θυμάμαι. Το κεφάλι
μου βούιζε από τον πόνο και σαν κάποιος
να μου πέταγε τσουβάλια με εικόνες
γεμίζοντας τη μνήμη μου. Με αναμνήσεις.
Βαριές και ασήκωτες.
Μα το παρελθόν
όταν είναι πολύ σκληρό, σχεδόν απάνθρωπο,
δύσκολα γίνεται αποδεκτό. Όσοι ήρθαν
αντιμέτωποι με τη βία, συναισθηματική
και σωματική, θέλουν να κρατήσουν
θαμμένες αυτές τις εικόνες. Νιώθουν πως
είναι θύματα της φαντασίας τους. Αλλά
η αλήθεια κάποια στιγμή τους αποκαλύπτεται.
Μπροστά στα μάτια τους παίρνει σάρκα
και οστά, όσο επώδυνη κι αν είναι.
Έτσι και οι
ήρωες της Μαρίας έρχονται αντιμέτωποι
στο τέλος με τα μυστικά που είχαν θαφτεί
στα υπόγεια των ψυχών τους.
Οι μνήμες
γεννάνε καινούριες μνήμες και σιγά,
αργά σχηματίζεται η ζωή σου. Η ζωή μου.
Μερικές φορές δακρύζω και άλλες πάλι
χαμογελάω στην εικόνα των ανθρώπων που
είχα γύρω μου. Οι εικόνες σχηματίζονται
και παρέα με τη σιωπή γεννάς αποφάσεις.
Άλλοτε σωστές και άλλοτε λανθασμένες.
Ελπίζεις όμως. Ελπίζεις να έχεις διαλέξει
το σωστό μονοπάτι. Το λάθος θα έρθει
κάποια στιγμή που θα το συνειδητοποιήσεις
και τότε θα σταθείς να κάνεις τον
απολογισμό σου. Αρκεί να μην είναι αργά
και δεν προλάβεις να αρθρώσεις όλα αυτά
που έχεις στο μυαλό σου. Στους σωστούς
ανθρώπους.
Ακολουθώντας
το μονοπάτι της μνήμης, ξεδιπλώνονται
οι παράλληλες ιστορίες της Άννας και
της Αρετής. Και εμείς σαν αναγνώστες,
το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι
να προβούμε σε εικασίες, να χαθούμε στις
σελίδες και στις σκηνές που ζωντανεύουν
μπροστά μας, να αγωνιούμε για το που θα
μας οδηγήσουν οι συνεχείς αποκαλύψεις.
Και στο τέλος ολοκληρώνοντας την ιστορία,
να νιώσουμε την ανάγκη να συγχαρούμε
τη Μαρία Χονδρού για το εξαιρετικό
βιβλίο που μας χάρισε!
Μαρία μου
συγχαρητήρια κ πάλι! Να είναι καλοτάξιδο!
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου